Where are we now?

Πού είμαστε τώρα, διερωτάται σ’ ένα από τα τελευταία του τραγούδια του ο David Bowie. Η επιλογή του David Bowie δεν είναι τυχαία, καθώς αναφέρεται ουκ ολίγες φορές στο βιβλίο. Πού βρισκόμαστε λοιπόν; Στο Αδελφικό, ένα χωριό στον νομό Σερρών.

Δυο πρόσωπα, κεντρικοί χαρακτήρες, η Μάρω και ο Γιώργος, έχουν φύγει χρόνια από το χωριό. Και οι δύο αποφασίζουν να επιστρέψουν και να εγκατασταθούν ύστερα από καιρό, παραδομένοι στην ομίχλη των ερειπωμένων νιάτων τους, των αγκιστρωμένων λαθών τους, δέσμιοι μιας ζωής πολύ μακριά από εκείνη που ονειρεύτηκαν. Η Μάρω επιστρέφει στο σπίτι της οικογένειάς της ως ανύπαντρη μητέρα, προσπαθώντας να βρει τα βήματά της σε μια νέα καθημερινότητα μ’ ένα μωρό που την έχει ανάγκη. Ο Γιώργος, γιατρός, καταφεύγει στο Αδελφικό για να ξεπεράσει τον χαμό ενός ασθενή.

Τα μονοπάτια τους, αγκαθωτά κι ερεβώδη, τους οδηγούν σε μια αέναη εσωτερική πάλη με τις μνήμες, τα χαμένα νιάτα, τον κόσμο που αλλάζει, τη δυσκολία να βρουν τη θέση τους σε μια κοινωνία που μοιάζει απρόσωπη και απρόσιτη.

Το βιβλίο της Βάσιας Τζανακάρη είναι ένα μυθιστόρημα που στηρίζεται σε δυο παράλληλες αφηγήσεις, της Μάρως και του Γιώργου. Με ύφος στοχαστικό επιχειρεί να προσδιορίσει τους χαρακτήρες από το ναδίρ προς την ωρίμανσή τους. Κάθε κεφάλαιο αποτελεί κομμάτι της ζωής του κάθε χαρακτήρα άλλοτε ως αναδρομή, άλλοτε ως σκέψεις κι άλλοτε ως γεγονός στο παρόν. Η συγγραφέας εμπεριέχει συχνά στην αφήγησή της αναφορές από τη μουσική και τον κινηματογράφο, στοιχεία της ενηλικίωσης της συγγραφέως – ομολογουμένως και της δικής μας.

Τελικώς, η Βάσια Τζανακάρη επιτυγχάνει να αποδώσει την ψυχολογική ανάταση των ηρώων της που ανεβαίνουν τον προσωπικό τους Γολγοθά, αποδίδοντας ρεαλιστικά και πειστικά τις ψυχολογικές διακυμάνσεις των χαρακτήρων. Τα πρόσωπα της Μάρως και του Γιώργου γίνονται οικεία και ανθρώπινα στα μάτια του αναγνώστη, προσωπικότητες γεμάτες εκδορές από τις πληγές του παρελθόντος. Όμως, η σπίθα δεν σβήνει προκειμένου κάποια στιγμή να γίνει φλόγα και να φωτίσει τα πιο σκοτεινά μύχια της ανθρώπινης ψυχής.

Η Βάσια Τζανακάρη γεννήθηκε στις Σέρρες το 1980. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στη Θεσσαλονίκη και μετάφραση-μεταφρασεολογία στην Αθήνα. Με το πρώτο της βιβλίο 11 Μικροί φόνοι, ιστορίες εμπνευσμένες από τραγούδια του Nick Cave (2008) ήταν υποψήφια για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω. Ακολούθησε το μυθιστόρημα Τζόνι και Λούλου (2011), ένα βιβλίο για παιδιά (Ένα δώρο για τον Τζελόζο, 2013) και η συλλογή διηγημάτων Η καρέκλα του κυρίου Έκτορα (2014), όλα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε συλλογικούς τόμους, λογοτεχνικά περιοδικά και στο διαδίκτυο. Ζει στην Αθήνα και εργάζεται ως μεταφράστρια, έχοντας μεταφράσει Virginia Woolf (βραβείο Εταιρείας Ελλήνων Μεταφραστών Λογοτεχνίας για το Ένα δικό της δωμάτιο), Ian Rankin, Stuart Neville, Shirley Jackson, Emily St. John Mandel κ.ά.