«“Θυμάσαι τίποτα από την ηλικία των δέκα χρόνων;” ρώτησε η Κυρία την Αομάμε. “Θυμάμαι πολύ καλά”, της απάντησε. Εκείνη τη χρονιά είχε κρατήσει σφιχτά το χέρι ενός αγοριού και είχε ορκιστεί πως θα το αγαπάει για πάντα.»

Ο κεντρικός άξονας σ’ αυτό το “μυθιστόρημα- ποταμό”, όπως έχει  χαρακτηριστεί το καινούργιο έργο του Μουρακάμι, είναι αυτή ακριβώς η συνάντηση. Μια δεκάχρονη, κόρη Μαρτύρων του Θεού, συναντά και κρατά σφιχτά το χέρι ενός επίσης δεκάχρονου γιου φοροεισπράκτορα του ΝΗΚ.

Αλλά ο αλλόκοτος μαγικός κόσμος του Μουρακάμι στην ιστορία, ξεκινά  διαφορετικά:  Η Αομάμε, που θα βρεθεί σε ένα ταξί ακούγοντας τη “Συμφωνιέτα” του Γιάνατσεκ, για ν’ αποφύγει το μποτιλιάρισμα θα κατεβεί και θα περάσει από τις σκάλες κινδύνου σε έναν χωροχρόνο “εκτός της πεπατημένης”, όπου “τα φαινόμενα απατούν”, όπως της είχε πει ο ταξιτζής.

Την ίδια ώρα, ο Τένγκο, καθηγητής Μαθηματικών και επίδοξος συγγραφέας, θα αναλάβει εκών άκων να ξαναγράψει την παράξενη ιστορία μιας δεκαεπτάχρονης για τη “Χρυσαλίδα του αέρα” και μαζί της, έχοντας συμπληρωματικές ικανότητες, θα απελευθερώσει τα ανθρωπάκια στη γη.

Η αφήγηση συνεχίζεται από την Αομάμε στον Τένγκο σαν σκυταλοδρομία. Οι δρόμοι τους, παράλληλοι συνεχώς, κατά  τρόπο  παράδοξο ακόμα και όταν βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής, δεν συναντιούνται ποτέ. Αναζητά, όμως, για μια ζωή (είκοσι χρόνια) ο ένας τον άλλον. Με έναν ήρεμο τρόπο, σίγουρο, θα ‘λεγε κανείς αξιοθαύμαστο και δυναμωτικό. Η Αομάμε αντέχει τους “φόνους” και την άδεια ζωή ακριβώς χάρη σ’ αυτό. Αλλά κι ο Τένγκο με την ανάμνησή της είναι λιγότερο μόνος και σχεδόν καθόλου τρωτός.

Στο μεταξύ και από τον ένα στον άλλο, σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, ξετυλίγεται ένα μυστηριώδες και μαγικό σύμπαν στο οποίο ενυπάρχουν κομψές Κυρίες με σκοτεινό παρελθόν, κακοποιημένα κορίτσια και σύζυγοι, επαναστατικές οργανώσεις και θρησκευτικές σέχτες, οικογενειακά μυστικά και παιδικές αναμνήσεις, ένας γκουρού με μυστηριώδεις δυνάμεις, μια νουβέλα που θα γίνει μπεστ σέλερ, μια τυφλή κατσίκα, η πόλη των γάτων, τα ανθρωπάκια, ένας ανοϊκός πατέρας, η μάδα (το σώμα), η ντότα (η σκιά) και δυο φεγγάρια.

Σε έναν κόσμο – παράκαμψη της όντως χρονιάς:  «“1Q84 – έτσι θα λέω τον καινούργιο κόσμο”, κατέληξε η Αομάμε. Όπου το Q θα στέκει για το “question mark”, το ερωτηματικό. Ένας κόσμος γεμάτος ερωτήματα.

Η Αομάμε έγνεψε καταφατικά στον εαυτό της καθώς περπατούσε.

Είτε μ’ αρέσει είτε όχι, τώρα βρίσκομαι στο έτος 1Q84. Δεν υπάρχει πουθενά το 1984 που ήξερα. Τώρα είναι το 1Q84. Ο αέρας άλλαξε, το τοπίο άλλαξε. Πρέπει να προσαρμοστώ σ’ αυτόν τον κόσμο με τα ερωτήματα το συντομότερο δυνατόν. Σαν ζώο που το άφησαν ελεύθερο σ’ ένα καινούργιο δάσος. Αν θέλω να προστατέψω τον εαυτό μου και να επιβιώσω, πρέπει να μάθω τους κανόνες αυτού του χώρου και να προσαρμοστώ».

Όλοι όσοι βλέπουν εκείνο τον κόσμο-με-τα-δυο-φεγγάρια βρέθηκαν εκεί για κάποιο σκοπό, αλλά η Αομάμε κι ο Τένγκο ανάμεσα σε όλη αυτή τη δίνη αυτό που επιθυμούν είναι -κάποια στιγμή- να συναντηθούν.

«“Εσύ κι ο Τένγκο έχετε έρθει σ’ αυτόν τον κόσμο με το ίδιο τρένο”, θα της πει ο Γκουρού λίγο πριν να πεθάνει. Και γι’ αυτό “ο καθένας με τον τρόπο του καταπιάνεστε με κάτι επικίνδυνο, σε ένα πολύ επικίνδυνο μέρος”. Βέβαια,  “η καλύτερη λύση θα ήταν να συναντηθείτε κάπου και να φύγετε από τούτον εδώ τον κόσμο κρατημένοι από το χέρι”, αλλά ο χρόνος κι ο χώρος για την ώρα, δεν ευνοούν τη συνάντηση».

Ιστορίες μέσα στην ιστορία με πλοκή που σου κόβει την ανάσα και φαντασία που σε καθηλώνει και σε ξανακάνει παιδί. Με φιλοσοφικές αναφορές και διλήμματα με τον τρόπο που τα θέτει η αλληγορία και η παραβολή, με το καλό και το κακό και την επανάσταση του έρωτα πάντα στο κάδρο. Με το κέντημα της ζωής πάντα στον ίδιο ουρανό, όπου κάποιος “αν πρόσεχε καλά, έβλεπε πολλές κλωστές να κρέμονται στον αέρα” γιατί “όποιος θέλει να τις δει τις βλέπει”.

Ο συγγραφέας Χαρούκι Μουρακάμι, πάντως, σίγουρα τις βλέπει. Κι αυτό το γνωρίζουμε ήδη καλά από το “Κουρδιστό πουλί”, το “Νορβηγικό δάσος”, το “Μετά το σεισμό” και τη “Σπούτνικ αγαπημένη”. Δεν θα πρέπει, φυσικά, να παραλείψει κανείς ότι με αυτό το βιβλίο ο Ιάπωνας συγγραφέας αποτίει, κατά κάποιον τρόπο, “φόρο τιμής” στον Όργουελ και το “1984”, καθώς και το ότι πρόκειται για τριλογία. Η Αομάμε κι ο Τένγκο θα συνεχίσουν να ψάχνονται στο δικό τους αλλόκοτο 1Q84 και στο μέλλον…