Έχουμε διαβάσει: 3.156 βιβλία

Συνέντευξη με τον Γιώργο Σαφελά

Να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας, με το θέμα που αποτελεί και την αφορμή αυτής της συνέντευξης. Σε εποχές δύσκολες όπως η σημερινή όπου ο κόσμος έχει σοβαρά προβλήματα καθημερινότητας και επιβίωσης, πέρα από τα διαχρονικά ανθρώπινα, τα βιβλία φαντασίας (με την ευρεία έννοια της λέξης), τι προσφέρουν στο αναγνωστικό κοινό;

Μια οπτική γωνία θα μπορούσε να είναι η πλήρης διέξοδος μέσα από αλλιώτικους κόσμους, όπου η γνώση ότι δεν υπάρχουν ενισχύει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια του εγκεφάλου να φτάσει το αίσθημα της φυγής. Για μένα υπάρχει και ένα άλλο συναίσθημα που σου γεννάει το φανταστικό, όμως. Σε ιστορίες με φόντο αστικό ειδικά, που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό αυτό που ζούμε καθημερινά, αναβλύζει μια ελπίδα ότι ακριβώς δίπλα μας στέκονται οι λύσεις, σε μια πραγματικότητα που μας καλεί να την αγκαλιάσουμε μέσα από το αίνιγμα και το μυστήριο που εγκλείουν όλα τα πράγματα που δεν είναι προφανή.

Μέσα στις σημερινές αντίξοες συνθήκες στον εκδοτικό χώρο, με τις πωλήσεις των βιβλίων να μειώνονται συνεχώς, σε τι μπορεί να ελπίζει ένας νέος συγγραφέας κατά τη γνώμη σου; 

Πρόσφατα στην πρώτη παρουσίαση του βιβλίου μου, «Τα Πρόσωπα Της Λύτρωσης», είδα ένα χώρο που σημαίνει πολλά για εμένα να είναι γεμάτος από συγγραφείς που σέβομαι και που τους εκτιμώ από την εποχή που ακόμη δεν είχαμε γνωριστεί προσωπικά, φίλους που έχουμε μοιραστεί τα ανήσυχα χρόνια της μετεφηβείας σπουδάζοντας κάπου μακριά μαζί, και συνεργάτες με τους οποίους τα τελευταία χρόνια πίστεψα ότι παρά την καχυποψία, υπάρχει ακόμα αλληλεγγύη. Ένας πλήρης κύκλος μέσα σε λίγες ώρες, σε μια βραδιά που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ημέρα πρώτη» για τη συγγραφική μου διαδρομή. Θα ήταν πολύ αχάριστο να μην ψιθυρίσεις στον εαυτό σου «αυτή είναι η ελπίδα σου». Λίγες μέρες αργότερα, νιώθω πολύ τυχερός που το έζησα αυτό. Τα νούμερα είναι πάντοτε καλοδεχούμενα, αλλά αν δε σέβεσαι τέτοιες στιγμές, δε θα έρθουν ποτέ, ακόμα και να γυρίσουμε σε εποχές ευμάρειας όπως κάποτε.

Ποια ήταν η αφορμή για το βιβλίο; Τι σε εμπνέει να γράφεις γενικότερα;

Το βιβλίο γράφτηκε υπό πολύ παράξενες συνθήκες, σε ένα χώρο στον οποίο ήμουν πλήρως εκτεθειμένος σε εμένα τον ίδιο και σε οτιδήποτε άλλο. Η υπερβολική σκέψη έγινε στα χέρια μου μια ενέργεια που ή θα έπαιρνε μορφή ή θα την άφηνα να τα κάψει. Η δομή του βιβλίου με τις σύντομες ιστορίες ήταν το στοίχημα με τον εαυτό μου, στον οποίο ήθελα να αποδείξω ότι κάτι έχει ωριμάσει μέσα του και νιώθει πιο σίγουρο, αποφεύγοντας πλέον να γράφει κείμενα χαοτικά, τεράστιας έκτασης και με μόνο θέμα τους το «εγώ», όπως συνέβαινε κάποτε.

Η ενοχικότητα, που δυστυχώς ή ευτυχώς έχει καθορίσει εμένα και τις πράξεις μου ανά τα χρόνια, είναι το πλάσμα που με σπρώχνει σε μεγάλο βαθμό στη συγγραφή. Η ισορροπία στις σχέσεις μου μαζί της είναι κάτι δύσκολο και μέσα από τη συγγραφή το βάρος μικραίνει. Η ανάγκη να αποδώσω φόρο τιμής σε ανθρώπους που θεωρώ μεγάλους ήρωες, που οι ιστορίες τους δεν είδαν ποτέ το φως, επίσης μου δίνει ένα πολύ δυνατό κίνητρο. Γράφεις ιστορίες που μένουν εκεί για πάντα και ένα τόσο ισχυρό ευχαριστώ σε κάνει πάντοτε να νιώθεις καλύτερα απέναντι σε εκείνους και σε εσένα.

Εσύ πώς θα περιέγραφες το βιβλίο σου στους αναγνώστες που θα σε ρωτούσαν γι’ αυτό; Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο κοινό στο οποίο απευθύνεται;

Η δύσκολη ώρα που η κατηγοριοποίηση είναι αναγκαία. Κοινωνικές ιστορίες με γοτθικό πνεύμα, νομίζω είναι ένας περιφραστικός χαρακτηρισμός που αρμόζει στο συγκεκριμένο βιβλίο. Όσον αφορά στο χαρακτηρισμό «γοτθικό», αυτό νομίζω ρέει άφθονο στις πολύ δυνατές στιγμές που λαμβάνουν χώρα σε κλειστούς χώρους, στη σκληρή μάχη με τον εαυτό μας μέσα στη σιωπή και την αλλόκοτη ησυχία που υπάρχει, όταν η ένταση και η φασαρία μιας ιστορίας που μας σημάδεψε, καταλαγιάζει.

Το βιβλίο απευθύνεται σε όποιον αποφασίσει να το διαβάσει. Όλοι είδαμε την προσωπικότητά μας να γδέρνεται κατά τα χρόνια της κρίσης, σχεδόν να σβήνει δίνοντας τη θέση της σε κάτι φοβικό που στο βωμό της επιβίωσης φλέρταρε με την προδοσία αμέτρητες φορές, και όλοι ψάχνουμε τη δύναμη να δεχθούμε ότι ο στόχος είναι να γίνουμε καλύτεροι από ό,τι ήμασταν πριν τη φθορά, γιατί κακά τα ψέματα επιστροφή σε εκείνο που ήμασταν δεν υπάρχει… δεν έχει νόημα πια. Δεν μπορώ να κατηγοριοποιήσω τους ανθρώπους και να πω απευθύνεται στους μεν και όχι στους δε. Δεν πιστεύω ότι θα έχω καθαρή συνείδηση μετά. Χαρά μου είναι να το διαβάσει ειδικά κάποιος που δεν ασχολείται με φανταστική λογοτεχνία, και να έρθει να μου πει με τι τρόπο το βίωσε.

Δύο λόγια επίσης για τον τίτλο του βιβλίου και τι σηματοδοτεί.

Τα πρόσωπα της λύτρωσης είναι μεταφορικά και κυριολεκτικά.

Τα μεταφορικά πρόσωπα είναι ο όρος λύτρωση για τον καθένα. Κάποιοι ήρωες θέλουν να πάψουν να φοβούνται το θάνατο και την απώλεια και άλλοι ήρωες ενδόμυχα θέλουν να πάψουν να νιώθουν την ανάγκη να κρατούν τεράστια απόσταση από τους άλλους.

Τα κυριολεκτικά πρόσωπα είναι το χτίσιμο του χαρακτήρα μας μέσα από όσα λαμβάνουμε από τους άλλους. Η λαχτάρα να μας προκαλέσει κάποιος δέος και σεβασμό και ο μαγικός τρόπος με τον οποίο το ευχαριστώ που θα του πούμε παραμερίζει το εγώ μας για λίγο.

Οι ήρωές σου μπαινοβγαίνουν ανάμεσα σε δύο κόσμους που καθρεφτίζουν ο ένας τον άλλον: εκείνον της πραγματικότητας, του ρεαλισμού της καθημερινότητας, και εκείνον των ονείρων, με στοιχεία σουρεαλισμού, με την κυριαρχία των συμβόλων, των αρχετύπων και των ψυχολογικών προβολών. Θα ήθελα να μας πεις λίγα περισσότερα για την επιλογή αυτού του μοτίβου, των επαναλαμβανόμενων και επίμονων ονείρων, στην αφήγηση.

Ήθελα πολύ να υπογραμμίσω με έντονα μαύρα γράμματα ότι οι πιο σκληρές επιθέσεις γίνονται εκεί που δεν το περιμένουμε. Όταν κοιμάσαι το άγχος κοιμάται και εκείνο μαζί σου, αλλά το υποσυνείδητό σου σε ξεγυμνώνει και σε ξεμπροστιάζει πολύ άσχημα όταν το πάρει απόφαση. Επίσης το όνειρο ως μέσο είναι ξεκάθαρα ισχυρό και έγκυρο και η πρόκληση για τους πρωταγωνιστές μας είναι το κατά πόσο θα δεχθούν αυτή την πραγματικότητα ή όχι, ως αφορμή για την επόμενη δοκιμασία τους. Η δεύτερη επιλογή είναι να περιμένουν μέχρι να τους βρει το πρόβλημα… κάτω από το κρεβάτι τους, που μάλλον δεν είναι και ό,τι πιο σοφό.

Και ερχόμαστε στο κομμάτι «συγγραφή». Πώς μπήκε στη ζωή σου; Συχνά στο περιβάλλον των συγγραφέων υπάρχει κάποιος που αφηγείται όμορφα ιστορίες και είναι αυτός που θέτει τις βάσεις στην τέχνη της αφήγησης. Υπήρχαν στο δικό σου περιβάλλον ανάλογες επιρροές;

Είμαι διοργανωτής εκδηλώσεων σχετικών με τα κόμικς, τη λογοτεχνία του φανταστικού και άλλα παρεμφερή θέματα, και στο πλαίσιο αυτών των εκδηλώσεων έχουμε μοιραστεί τη χαρά των συγγραφέων που ξεδίπλωσαν τις ιστορίες τους αμέτρητες φορές. Δύο από αυτούς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να αισθανθώ την ανάγκη να πω και εγώ τις δικές μου ιστορίες, να αφήσω το δικό μου μήνυμα. Είναι η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Θέλω να εστιάσω σε κάτι που επίσης έχω ξαναπεί σε αυτό το σημείο και που πιστεύω πως πρέπει να το γνωρίζει μέσα του κάθε ανερχόμενος συγγραφέας. Το «μακάρι να το είχα γράψει εγώ» είναι παγίδα που στήνεις ο ίδιος στον εαυτό σου, τον αδικείς και τον σκοτώνεις φτιάχνοντάς τη. Το «θέλω να νιώσω και εγώ το συναίσθημα που ένιωσαν», μου φαίνεται πολύ πιο εύλογο. Με την ειλικρίνειά τους και τον αυθορμητισμό τους, συγγραφείς όπως ο Περικλής Μποζινάκης και ο Ανδρέας Μιχαηλίδης μάς το γεννάνε αυτό κάθε εβδομάδα που ανεβαίνουν στη σκηνή του Death Disco και λένε τις ιστορίες τους.

«Κάθε μυστικό στην ψυχή του συγγραφέα, κάθε εμπειρία της ζωής του, υπάρχει μέσα στο έργο του», Βιρτζίνια Γουλφ. Συμφωνείς με αυτή την οπτική κι αν ναι σε ποιο βαθμό το δικό σου βιβλίο, είναι κομμάτι των εμπειριών σου;

Είναι το πρώτο μου βιβλίο με ό,τι απειρία συνεπάγεται αυτό. Τα όνειρα, η κρίση, ο  ήρωας που σφίγγει τα δόντια και έστω και ραγισμένος από αμφιβολίες και ήττες θα τα δώσει όλα για να σηκωθεί, είναι θέματα που τα έχουνε πει γίγαντες χρόνια πριν από εμένα και καλύτερα από εμένα. Συνεπώς, για να έχω καθαρή συνείδηση που θα αφιερώσει κάποιος χρόνο και ενέργεια για να διαβάσει τη δική μου οπτική σε όλα αυτά, εννοείται ότι θα του δώσω κάτι αληθινό μέσα από τα γραπτά μου, καμιά από τις ιστορίες που βλέπουμε στο βιβλίο «Τα Πρόσωπα Της Λύτρωσης» δεν είναι βασισμένη σε γεγονότα που δε συνέβησαν ποτέ.

Ποιο βιβλίο διάβασες ξανά και ξανά; Και γιατί;

Εδώ και πολύ καιρό κανένα. Κάτι στο υποσυνείδητό μου λέει διαρκώς «πάμε στο επόμενο». Κάποια στιγμή, όταν νιώσω ότι είμαι πολύ διαφορετικός σε σχέση με το ποιος ήμουν παλαιότερα και που δε θα τρέχουν όλα τόσο γρήγορα όσο στην παρούσα φάση, θα κάνω μια γενική επανάληψη σε αρκετά βιβλία. Την επιστροφή στον τόπο του εγκλήματος τη θεωρώ απαραίτητη, πέρα από γοητευτική άλλωστε. Τα «Πρόσωπα της Λύτρωσης» χτίστηκαν σε μεγάλο βαθμό γύρω από αυτή.

Η συγγραφή ενός βιβλίου είναι κάτι σαν το «στοίχειωμα», οι ήρωές σου απαιτούν από ένα σημείο και μετά να πεις την ιστορία τους, ζεις για μεγάλο διάστημα μαζί τους. Ισχύει αυτό στη δική σου περίπτωση;

Οι ήρωές μου είναι άνθρωποι που θα μπορούσαμε να είμαστε φίλοι. Η δράση τους και η έκθεσή τους στους γύρω τους είναι κλιμακωτή, με επιφυλάξεις, και την ίδια στιγμή ξέρουν παρόλα αυτά, ότι μπορεί να χρειαστεί να περάσουν από την απόλυτη προσοχή στην απόλυτη επίθεση. Ο δισταγμός που έχουμε απέναντι στην έκθεση δεν είναι ποτέ αποκλειστικά θέμα φόβου ή αμφιβολίας. Λυπάμαι όταν ξεχνάμε κάτι εξίσου σημαντικό, το γεγονός ότι το να βγει από το στόμα σου μια προσωπική ιστορία και να τη μοιραστείς με κάποιον κοντινό σου άνθρωπο, είναι από τα πιο σπουδαία πράγματα που μπορείς να ζήσεις. Τα πιο σπουδαία πράγματα δεν τα ζεις κάθε μέρα, είναι όπως οι γιορτές, έρχονται λίγες μόνο φορές το χρόνο για να μη χάνουν το νόημα τους. Σκέψου καλά αν θες αυτός ο άνθρωπος να φύγει από κοντά σου σύντομα ή αν θέλεις εσύ ο ίδιος να μείνει ή όχι, πριν του πεις μια πολύ δική σου ιστορία. Αυτό είναι.

Επόμενα συγγραφικά σχέδια;

Το… στοίχημα της λύτρωσης συνεχίζεται με την πρώτη νουβελέτα από αυτές που θα μας φανερώσουν ακόμη περισσότερα για τους ήρωες που γνωρίσαμε στις 128 σελίδες του βιβλίου, με αφορμή το οποίο μιλάμε σήμερα. Η προέκταση του στοιχήματος είναι να εστιάσουμε αυτή τη φορά στην πλοκή, εξίσου με την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων.

Ο Γιώργος Σαφελάς γεννήθηκε το 1988 στην Αθήνα όπου και ζει μόνιμα μέχρι σήμερα, μετά από κάποια μακρόχρονα διαλείμματα σε άλλα μέρη. Οι ιστορίες ήταν πάντα μέρος της καθημερινότητάς του, αφού από πολύ νωρίς ασχολήθηκε με την παραγωγή ραδιοφωνικών εκπομπών καθώς και με τη συγγραφή σε blog. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του εργάστηκε σε πολλά επαγγέλματα, εστιάζοντας σταθερά στο ρόλο του DJ και του διοργανωτή εκδηλώσεων. Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται πάντα κοντά στα σκοτεινά και όχι μόνο αναγνώσματα της εγχώριας και παγκόσμιας σκηνής, διοργανώνοντας εκδηλώσεις σχετικές με τη λογοτεχνία τρόμου, το φανταστικό, τα κόμικς και τους κινηματογραφικούς χαρακτήρες. Μετά από πολλές συνεργασίες με δημιουργούς αποφασίζει να εκδώσει την πρώτη του συλλογή ιστοριών με τίτλο «Τα Πρόσωπα Της Λύτρωσης» (εκδόσεις Nightread), εστιάζοντας στο αγαπημένο του συγγραφικό θέμα: τη μάχη του ανθρώπου με τον κακό του εαυτό και την παράξενη συνύπαρξη του κρυφού με το προφανές στην καθημερινή του ζωή.