Συνέντευξη με τον Γιώργο Κλάγκο
Να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας, με το θέμα που αποτελεί και την αφορμή αυτής της συνέντευξης. Σε εποχές δύσκολες όπως η σημερινή όπου ο κόσμος έχει σοβαρά προβλήματα καθημερινότητας και επιβίωσης, πέρα από τα διαχρονικά ανθρώπινα, τα βιβλία φαντασίας (με την ευρεία έννοια της λέξης) τι προσφέρουν στο αναγνωστικό κοινό;
Πιστεύω ότι όλες οι εποχές ήταν και παραμένουν δύσκολες, τουλάχιστον για την πλειονότητα των ανθρώπων. Η διαφορά είναι ότι η σημερινή εποχή είναι ιδιαιτέρως άγονη, στερώντας από τους περισσότερους τη δυνατότητα προοπτικής, την ελπίδα και το δικαίωμα στο όνειρο. Τα βιβλία φαντασίας προσφέρουν τη δυνατότητα απόδρασης από το στείρο περιβάλλον που ζούμε, ενεργοποιώντας αισθήσεις απονεκρωμένες από την εξουθενωτική τριβή με μια ισοπεδωτική καθημερινότητα.
Μέσα στις σημερινές αντίξοες συνθήκες στον εκδοτικό χώρο, με τις πωλήσεις των βιβλίων να μειώνονται συνεχώς, σε τι μπορεί να ελπίζει ένας νέος συγγραφέας κατά τη γνώμη σου;
Οι μειώσεις στις πωλήσεις οφείλονται τόσο στη μειωμένη αγοραστική δύναμη εξαιτίας της κρίσης, όσο και στην υπερπροσφορά. Οι εκδοτικοί οίκοι οφείλουν να είναι επιλεκτικοί και τα μέσα που προβάλλουν συγγραφείς και βιβλία να διευκολύνουν και όχι να αποπροσανατολίζουν τους αναγνώστες.
Είναι δύσκολο ένας άγνωστος συγγραφέας να ξεχωρίσει μέσα στην πληθώρα των κυκλοφοριών που κατακλύζουν τα βιβλιοπωλεία. Προσωπικά μιλώντας, ελπίζω κυρίως στην ποιότητα της δουλειάς μου και στους ανθρώπους που αναγνωρίζοντάς τη θα συστήσουν το βιβλίο μου σε άλλους. Όπως κάνω κι ο ίδιος, για οτιδήποτε θεωρώ αξιόλογο. Πιστεύω στο κριτήριο του κόσμου, άσχετα αν κάποιοι τον υποτιμούν.
Ποια ήταν η αφορμή για το βιβλίο; Τι σε εμπνέει να γράφεις γενικότερα;
Η εσωτερική ανάγκη έκφρασης και η αγάπη μου για τον τρόμο και το φανταστικό με ώθησαν να γράψω. Το γεγονός ότι έμεινα άνεργος, μου έδωσε το χρόνο να αφουγκραστώ τον ίδιο μου τον εαυτό και να επεξεργαστώ ιδέες και πληροφορίες. Η μετανάστευση σε μια άλλη χώρα στην οποία εξακολουθώ να ζω, αποξενωμένος σε ένα αποκαρδιωτικό περιβάλλον, ενδυνάμωσε τη θέλησή μου καθιστώντας τη δημιουργία αυτού του βιβλίου προτεραιότητα και μονόδρομο. Η φαντασία είναι το καταφύγιό μου και με βοηθά στις καθημερινές μάχες με τη δυσοίωνη, σκοτεινή, μαινόμενη πραγματικότητα. Με εμπνέουν τα βιβλία που διαβάζω, οι ταινίες που βλέπω, ασήμαντες λεπτομέρειες, μια συζήτηση που ακούω άθελά μου, ένα γεγονός, μια φράση, η ίδια η ζωή. Όλα φιλτράρονται εσωτερικά και μεταλλάσσονται σε κάτι καινούριο, αν και σε κάποιες περιπτώσεις η πραγματικότητα ξεπερνά σε ευρηματικότητα ακόμα και την ίδια τη μυθοπλασία.
Εσύ πώς θα περιέγραφες το βιβλίο σου στους αναγνώστες που θα σε ρωτούσαν γι’ αυτό; Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο κοινό στο οποίο απευθύνεται;
Είναι μια συλλογή διηγημάτων που καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα του φανταστικού. Θα ήταν όμως λάθος, εξαιτίας της φύσης του βιβλίου, να υποθέσει κανείς ότι απευθύνεται αποκλειστικά στο συγκεκριμένο κοινό. Έχω κάνει αρκετή έρευνα και έχω μπολιάσει τη σύγχρονη μυθοπλασία με ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία, θρύλους και παραδόσεις του τόπου μας.
Το πιο σημαντικό είναι ότι χρησιμοποιώ αρχέτυπα της συγκεκριμένης λογοτεχνίας προκειμένου να εκφράσω τους προβληματισμούς μου, μέσα από βαθιά ανθρώπινες ιστορίες. Το γεγονός ότι χρησιμοποιώ κυρίως πρώτο πρόσωπο στις αφηγήσεις μου, δείχνει ότι θέλω να βάλω τον αναγνώστη να περπατήσει μέσα στα παπούτσια μου, να βιώσει και να νιώσει αυτά που αισθάνονται οι χαρακτήρες από πρώτο χέρι. Είναι ένα βιβλίο που εκτείνεται σε πολλά επίπεδα, το οποίο μπορεί να ικανοποιήσει όλους τους φίλους της λογοτεχνίας. Και –γιατί όχι;– να κεντρίσει το ενδιαφέρον κάποιων έτσι ώστε να εξερευνήσουν διαφορετικά μονοπάτια.
Δύο λόγια επίσης για τον τίτλο του βιβλίου και τι σηματοδοτεί.
Ο τίτλος «Βιαιοθάνατοι» προέρχεται από το ομώνυμο διήγημα που περιλαμβάνεται στη συλλογή (αποτελούμενο από τρία επιμέρους διηγήματα).
Βιαιοθάνατοι είναι αυτοί που φεύγουν απρόσμενα από τη ζωή με άσχημο, βίαιο τρόπο. Οι ψυχές τους παραμένουν ανήσυχες, αναζητώντας δικαίωση μέσα από τον τάφο, προσπαθώντας να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ ζωής και θανάτου. Οι παραλληλισμοί με την πραγματικότητα είναι παραπάνω από εμφανείς.
Οι σκοτεινές ιστορίες που συνθέτουν τη συλλογή έχουν ως κοινό συνδετικό κρίκο, πέρα από τη φαντασία, την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπινου όντος μπροστά στο αναπόφευκτο του θανάτου αλλά και την επίγνωση ότι τα όρια αυτού που ονομάζουμε ζωή, εκτείνονται πέρα από αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως πραγματικότητα. Πες μου περισσότερα γι’ αυτό και πώς το διαχειρίζεσαι ως θεματική στο βιβλίο.
Ο θάνατος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ίδιας της ζωής. Αποτελεί τον επίλογο ενός διηγήματος από τα πολλά που απαρτίζουν μιαν άλλη, διαφορετική ανθολογία ιστοριών, που καταγράφουν το αέναο ταξίδι του καθενός από εμάς. Η υπαρξιακή αγωνία απέναντι στο αναπόφευκτο αποτελείται από ένα σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων, όπου ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία και τα προσωπικά βιώματα του κάθε ανθρώπου εμπεριέχουν διαφορετική ποσόστωση αγάπης για τη ζωή και φόβου για το άγνωστο. Η οπτική είναι υποκειμενική, όπως και η δυνατότητα αντίληψης, αλλά ως σταθερά παραμένει πάντοτε η αδυναμία της ανθρώπινης φύσης να συνδυάσει και να αποσαφηνίσει. Το βιβλίο εξερευνά, μέσω της θεματικής του, εναλλακτικές όψεις αυτού που αντιλαμβανόμαστε ως πραγματικότητα με βιωματικό τρόπο. Οι ιστορίες είναι ευκολοδιάβαστες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι εύπεπτες ή ρηχές.
Και ερχόμαστε στο κομμάτι «συγγραφή». Πώς μπήκε στη ζωή σου; Συχνά στο περιβάλλον των συγγραφέων υπάρχει κάποιος που αφηγείται όμορφα ιστορίες και είναι αυτός που θέτει τις βάσεις στην τέχνη της αφήγησης. Υπήρχαν στο δικό σου περιβάλλον ανάλογες επιρροές;
Δεν υπήρξαν κάποιες επιρροές στο κοντινό μου περιβάλλον. Λάτρευα από μικρό παιδί τα βιβλία και διάβαζα ακόμα και την ώρα του φαγητού. Ήμουν αρκετά εσωστρεφής και η φυσική μου ροπή στην ενδοσκόπηση ενισχύθηκε από την αχόρταγη δίψα μου για διάβασμα. Η ίδια αυτή τάση με έσπρωξε στη συγγραφή, ως φυσικό επακόλουθο.
«Κάθε μυστικό στην ψυχή του συγγραφέα, κάθε εμπειρία της ζωής του, υπάρχει μέσα στο έργο του», Βιρτζίνια Γουλφ. Συμφωνείς με αυτή την οπτική κι αν ναι σε ποιο βαθμό το δικό σου βιβλίο, είναι κομμάτι των εμπειριών σου;
Συμφωνώ απόλυτα γιατί ο κάθε συγγραφέας δημιουργεί το προσωπικό του σύμπαν σε κάθε έργο του, οπότε είναι λογικό κι επόμενο να υπάρχουν σε αυτό διάσπαρτα ψήγματα της προσωπικότητάς του και των εμπειριών που την έχουν διαμορφώσει. Τα δικά μου γραπτά δεν ξεφεύγουν από τον κανόνα, άλλωστε νομίζω ότι για να γράψεις πρέπει πρώτα να έχεις βιώσει καταστάσεις σε υποδερμικό επίπεδο. Ενδείκνυται να έχεις μια άνω του μετρίου ευαισθησία και συναισθηματική νοημοσύνη, προκειμένου να επεκτείνεις τις δυνατότητες αντίληψης και παρατήρησης τόσο του εαυτού σου όσο και των άλλων γύρω σου.
Ποιο βιβλίο διάβασες ξανά και ξανά; Και γιατί;
Υπάρχουν πολλά βιβλία που έχω διαβάσει αρκετές φορές αλλά θα αναφέρω ενδεικτικά τη «Νεράιδα των Δοντιών» του Graham Joyce, ενός συγγραφέα που έγραφε υπέροχα αλλά έφυγε δυστυχώς πρόωρα από τη ζωή. Μου αρέσουν τα βιβλία που έχουν ως κύριους χαρακτήρες μικρά παιδιά. Το συγκεκριμένο είναι μαγευτικά σκοτεινό.
Η συγγραφή ενός βιβλίου είναι κάτι σαν το στοίχειωμα, οι ήρωές σου απαιτούν από ένα σημείο και μετά να πεις την ιστορία τους, ζεις για μεγάλο διάστημα μαζί τους. Ισχύει αυτό στη δική σου περίπτωση;
Οι κύριοι χαρακτήρες, όταν έχουν κατασταλάξει σε μια συγκεκριμένη μορφή, καταλαμβάνουν την ιστορία και θεωρώ εύστοχη τη λέξη «στοίχειωμα». Ο συγγραφέας αποτελεί το διάμεσο που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε ήρωας προκειμένου να μοιραστεί την ιστορία του. Δε χρειάζεται να ζήσω για μεγάλο χρονικό διάστημα μαζί τους, από τη στιγμή που έχουν μπει στο πετσί μου ή έχω εισχωρήσει εγώ στο δικό τους –σε μια διαδικασία αμφίδρομης καταληψίας–, λειτουργούν όλα ταχύτατα. Όσοι γράφουν, μπορούν μάλλον να καταλάβουν την υπερβατική κατάσταση στην οποία αναφέρομαι. Αλλιώς πρέπει να αρχίσω να ανησυχώ!
Επόμενα συγγραφικά σχέδια;
Οι «Βιαιοθάνατοι» κυκλοφόρησαν στις 28 Φεβρουαρίου. Έχω συμμετάσχει έκτοτε σε κάποιους διαγωνισμούς και καταγράφω ιδέες, οι οποίες βρίσκονται σε εμβρυικό στάδιο. Δεν μου αρέσει να θέτω αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Η ζωή είναι μια συνεχής διαδικασία προσαρμογής στις εκάστοτε συνθήκες. Απρόβλεπτα γεγονότα μπορούν είτε να πυροδοτήσουν είτε να αναστείλουν μια διαδικασία. Το μόνο δεδομένο είναι η αγάπη μου για το βιβλίο και η ανάγκη έκφρασης ως αντίδοτο στις καθημερινές δυσκολίες.
Ευχαριστώ πολύ!
Ο Γιώργος Κλάγκος γεννήθηκε στον Πειραιά και έχει σπουδάσει Computer Science και Weight-Personal Training. Στο παρελθόν συμμετείχε στην ανθολογία «Metal-ικές ιστορίες φαντασίας και τρόμου» (εκδόσεις Αίολος), και στις ανθολογίες των εκδόσεων Συμπαντικές Διαδρομές «Η πτώση των Θεών», «Ανθολογία βραβείων Larry Niven 2015» και «Τα Μπλουζ της Πόλης». Έχει αρθρογραφήσει κατά καιρούς σε περιοδικά. Κατοικεί στην πόλη Turku της Φινλανδίας. Η πρώτη του συλλογή διηγημάτων «Βιαιοθάνατοι και άλλες ιστορίες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Nightread.