Έχουμε διαβάσει: 3.186 βιβλία

Ο Jens Lapidus στην Αθήνα

«Αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι η ιστορία»

Ο Jens Lapidus στην Αθήνα

Συναντήσαμε τον Jens Lapidus, συγγραφικό αστέρι του σκανδιναβικού νουάρ, στο Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών, καθώς βρέθηκε αυτές τις μέρες στη χώρα μας για την προώθηση του νέου του βιβλίου «Στοκχόλμη», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Είναι το δεύτερο βιβλίο της νέας σειράς, με πρωταγωνιστικό δίδυμο τη νεαρή δικηγόρο Έμελι Γιάνσον και τον πρώην γκάνγκστερ Τέντι Μάκσουμιτς που προσπαθεί να μείνει πλέον από τη σωστή πλευρά του νόμου (το πρώτο της σειράς, «Αίθουσα VIP», κυκλοφορεί στα ελληνικά επίσης από τις εκδόσεις Μεταίχμιο).

Με star quality αλλά ταυτόχρονα πολύ απλός και χαμηλών τόνων, ο Jens Lapidus συζήτησε με μια μικρή ομάδα επιλεγμένων από τις εκδόσεις  δημοσιογράφων και κριτικών για τα βιβλία του βεβαίως, αλλά και για πολύ περισσότερα: η κουβέντα άνοιξε και κάλυψε θέματα σοβαρά όπως το κοινωνικό χάσμα στη σουηδική κοινωνία, το οποίο αποτυπώνει εξαιρετικά στις αστυνομικές ιστορίες που δημιουργεί, έως τις αγαπημένες του ταινίες και τηλεοπτικές σειρές (που παρακολουθεί, όπως οι περισσότεροι από εμάς, φανατικά).

Ο συγγραφέας εργάζεται ως συνήγορος υπεράσπισης σε ένα από τα πιο γνωστά δικηγορικά γραφεία της Στοκχόλμης και έχει κατά καιρούς εκπροσωπήσει μερικούς από τους πιο σκληρούς εγκληματίες της χώρας του. Όπως ήταν φυσικό συζητήσαμε για το πώς η δουλειά του τροφοδοτεί με υλικό τη γραφή του: ζει, όπως μας είπε, σε μεγάλο βαθμό με αυτούς τους ανθρώπους, τους υπόδικους εγκληματίες, και οφείλει να είναι πιστός σε αυτούς ως δικηγόρος τους. «Το πρωί πάω τα παιδιά μου στο σχολείο και μετά πηγαίνω να υπερασπιστώ τους ληστές τραπεζών», όπως είπε χαρακτηριστικά.

Αυτό που δεν ξέραμε και μας το εκμυστηρεύτηκε ο ίδιος, είναι ότι έγινε συγγραφέας με αφορμή ένα περιστατικό σε μια δίκη: είχε αναλάβει εκείνη την περίοδο την υπεράσπιση μιας ομάδας νεαρών μεταναστών δεύτερης γενιάς, που είχαν εμπλακεί σε συμμορίες για ληστείες, εμπόριο ναρκωτικών και τα συναφή. Αντί οι νεαροί να ακούσουν μεταμελημένοι (έστω και τυπικά ή υποκριτικά) την πρόεδρο του δικαστηρίου η οποία τους νουθετούσε, σηκώθηκαν όρθιοι μέσα στο δικαστήριο και άρχισαν να της φωνάζουν (τέτοιες συμπεριφορές όπως μας τόνισε, δε συμβαίνουν ποτέ σε σουηδικά δικαστήρια), ότι δεν μπορεί να τους συμβουλεύει ή να τους υποδεικνύει τι θα κάνουν και πώς θα ζήσουν, διότι δεν ξέρει τίποτα για τη ζωή τους. «Εκείνο το βράδυ» μας είπε, «κάθισα για πρώτη φορά στον υπολογιστή μου να γράψω».

Στη συνέχεια, μας μίλησε για τον τρόπο που γράφει, χρησιμοποιώντας αυτό που ονομάζει «αφηγηματική φαντασία» (narrative fantasy): ο τρόπος του δηλαδή να γράφει για τους ανθρώπους του υποκόσμου και του περιθωρίου, μπαίνοντας στη θέση τους κοινωνικά, στην ψυχολογία τους και χρησιμοποιώντας τη γλώσσα τους, τη σύγχρονη αργκό του περιθωρίου, και τους κώδικές τους, τα αστεία τους, τις αναφορές τους, την κουλτούρα των συμμοριών. Ως δικηγόρος του Ποινικού έχει περάσει ατελείωτες ώρες ακούγοντας τις καταγεγραμμένες από την αστυνομία και τις δικαστικές αρχές συνομιλίες των υπόδικων πελατών του και έτσι απορρόφησε ένα μέρος της κουλτούρας τους για να το εντάξει φυσικά στη γραφή του.

Η συζήτηση επεκτάθηκε αρκετά στο τεράστιο, όπως το χαρακτήρισε ο ίδιος, κοινωνικό χάσμα στη σουηδική κοινωνία αλλά και στην εκπαίδευση (παρά το γεγονός ότι θεωρείται πρότυπη), ανάμεσα στους Σουηδούς της μεσαίας και ανώτερης κοινωνικής τάξης και τους απογόνους μεταναστών που ζουν σε περιοχές γκέτο και η κύρια ενασχόλησή τους είναι το έγκλημα, διότι δεν έχουν άλλες διεξόδους. Μας έδωσε έτσι μια πολύ διαφορετική εικόνα από τη στερεότυπη που έχουμε για τη χώρα του. Γι’ αυτό και όπως μας είπε, εκείνο που τον αφορά στη γραφή του, και ως μορφή και ως περιεχόμενο, είναι ο κοινωνικός ρεαλισμός με τη φόρμα της αστυνομικής πλοκής.

Μιλήσαμε επίσης και για το τραύμα που αποτελεί ακόμα και σήμερα, μετά από τόσες δεκαετίες, η δολοφονία του Σουηδού πρωθυπουργού Ούλωφ Πάλμε το 1986. Εκείνος ήταν τότε 12 ετών και θυμάται πολύ έντονα το σοκ που αποτέλεσε για ολόκληρη τη σουηδική κοινωνία αυτή η πράξη βίας που ακόμα και σήμερα δεν έχει εξιχνιαστεί. «Ήταν η στιγμή της αλήθειας για τη χώρα», όπως μας είπε χαρακτηριστικά.

Η πρώτη τριλογία του, Stockholm Noir, έγινε μια σειρά από ταινίες στη Σουηδία το 2010, 2012 και 2013, οπότε η συζήτηση οδηγήθηκε και στο σινεμά. Κατά την εκτίμησή του, αυτό που έχει σήμερα σημασία παντού, στα βιβλία, στις ταινίες και τις σειρές –και στην πολιτική–, είναι η ιστορία, με την έννοια του αφηγήματος: ακόμα και στον κινηματογράφο όπου κάποτε οι σκηνοθέτες ήταν εκείνοι που άφηναν καθοριστικά το αποτύπωμά τους, πια έχουν περάσει σε δεύτερο πλάνο και κυριαρχούν οι σεναριογράφοι. Και στο σημείο αυτό, μας είπε ότι η αγαπημένη του ταινία όλων των εποχών σχετικά με τον κόσμο του εγκλήματος είναι ο «Νονός» του Φράνσις Φορντ Κόπολα (και βεβαίως συμφωνήσαμε όλοι οι παρόντες…)

Η συζήτηση έκλεισε με ένα αστείο περιστατικό σχετικά με τα βιβλία του, και μια είδηση: Για πολύ καιρό χρησιμοποιούσε στα βιβλία του μια λέξη για να περιγράψει τον κλασικό, clean cut, «άχρωμο» Σουηδό της μεσοαστικής τάξης, μια λέξη που όπως του είχε πει ένας φίλος του χρησιμοποιείται σε ορισμένες περιοχές της Σουηδίας. Πολύ αργότερα, ο φίλος του τού εξομολογήθηκε ότι του είχε κάνει πλάκα και ότι αυτή η λέξη δεν υπάρχει. Και η είδηση τής συνάντησης ήταν ότι προτίθεται να εγκαταλείψει πλέον τη δικηγορία, για να αφοσιωθεί στο γράψιμο και την προώθηση των βιβλίων του διεθνώς, αφού θα γίνουν και τηλεοπτική σειρά, με τον (προφανή) τίτλο «The Lawyer».

Τελευταία εντύπωση, που ίσως συμπυκνώνει όλα τα παραπάνω; Ένας ταλαντούχος, φιλόδοξος και ευφυής συγγραφέας που ακριβώς επειδή δεν είναι κλεισμένος πίσω από τον γυάλινο τοίχο της προνομιούχου τάξης του, μπορεί να γράφει τόσο καλά και κυρίως να γράφει τα πράγματα όπως συμβαίνουν, όχι όπως νομίζει ότι συμβαίνουν. Και ειδικά στο αστυνομικό μυθιστόρημα, αυτό κάνει τη σημαντική διαφορά.

 

Ο Jens Lapidus (Γενς Λαπίντους) γεννήθηκε το 1974 στο Χέγκερστεν της Στοκχόλμης. Σπούδασε νομικά και εργάζεται ως συνήγορος υπεράσπισης σε ένα από τα πιο γνωστά δικηγορικά γραφεία της Στοκχόλμης. Συμμετέχει, μεταξύ άλλων, στον αγώνα κατά των παράλογα μακροχρόνιων ποινών φυλάκισης που συνοδεύονται από απαγόρευση επισκέψεων. Εκτός από τα δύο βιβλία του που κυκλοφορούν στις εκδόσεις Μεταίχμιο (Αίθουσα VIP, Στοκχόλμη), στα ελληνικά έχει επίσης κυκλοφορήσει η τριλογία του Στοκχόλμη Νουάρ (Εύκολο χρήμα, Μη μασάς, Μεγάλη ζωή).