Συνέντευξη με την Ευτυχία Γιαννάκη
Η συγγραφέας Ευτυχία Γιαννάκη μιλάει στην Ελένη Κίτσου και στο Booktimes.gr με αφορμή το μυθιστόρημά της «Στο πίσω κάθισμα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.
Το πρώτο σας βιβλίο, το «Χάρντκορ», το γράψατε πριν από αρκετά χρόνια χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο. Τι σας έκανε σήμερα να απαρνηθείτε αυτό το όνομα και να χρησιμοποιήσετε το αληθινό σας;
Το «Χάρντκορ» ήταν μια σκληρή ιστορία για τα δεδομένα τουλάχιστον της εποχής στην οποία εκδόθηκε. Το ψευδώνυμο χρησιμοποιήθηκε για να εξασφαλίσει την ανωνυμία, όπως συνήθως συμβαίνει με τα ψευδώνυμα. Η Αλέκα Λάσκου δολοφονήθηκε αρκετά χρόνια παλιότερα, τόσα που ενδεχομένως μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το έγκλημα αυτό έχει παραγραφεί.
Ευτυχία Γιαννάκη, λοιπόν. Ποια είστε; Πώς αποφασίσατε να στραφείτε στη συγγραφή; Ποιες οι αναγνώσεις και οι επιρροές σας;
Στην πραγματικότητα δεν νομίζω ότι κάποιος αποφασίζει να στραφεί στη συγγραφή. Δεν πρόκειται ακριβώς για απόφαση, αλλά για ανάγκη. Ένιωσα λοιπόν την ανάγκη να γράψω συστηματικά για πρώτη φορά ύστερα από μια δύσκολη περίοδο της ζωής μου. Και τώρα που το σκέφτομαι, ακόμη και το «Πίσω Κάθισμα» προέκυψε έπειτα από ένα διάστημα που δεν υπήρξε πολύ ευχάριστο. Ίσως είναι ένας τρόπος να χαθείς σε ένα σύμπαν, το οποίο ελέγχεις απόλυτα ή έχεις την ψευδαίσθηση ότι μπορείς να ελέγξεις απόλυτα, όταν τα πράγματα γύρω σου δεν πάνε καλά. Έπειτα από ένα διάστημα όμως, ακόμη κι όταν τα πράγματα πάνε καλά, ελπίζεις ότι στο δικό σου σύμπαν μπορούν να πάνε καλύτερα ή ότι μπορεί να είναι, ενδεχομένως, πιο ενδιαφέροντα. Οπότε πλέον γράφω σε οποιαδήποτε συνθήκη.
Υπήρξα για πολλά χρόνια φανατική αναγνώστρια διαφόρων ειδών, αλλά οι μεγάλες αγάπες μου βρίσκονται για κάποιο λόγο στην κεντρική Ευρώπη. Θα ξεχωρίζω πάντοτε τον Τόμας Μπέρνχαρντ, την Ελφρίντε Γέλινεκ, τον Τόμας Μαν και τον Φραντς Κάφκα.
Γιατί αστυνομικό μυθιστόρημα; Τι σας ώθησε σε αυτή την απόφαση;
Η αστυνομική λογοτεχνία, όπως έχει εξελιχθεί διαχρονικά και από χώρα σε χώρα, δίνει ένα πρόσφορο έδαφος σε συγγραφείς, που επιθυμούν να συνδυάσουν την ενδιαφέρουσα πλοκή, τον λόγο και τον ρυθμό, να συνδυάζουν το βάρος με την ελαφρότητα, το χιούμορ με το αποτρόπαιο και τις κοινωνικές νύξεις. Επιπλέον στις καλύτερες εκφάνσεις της επιτρέπει στον συγγραφέα τη διερεύνηση των βαθύτερων ψυχολογικών αιτιών μιας εγκληματικής ή μιας παραβατικής συμπεριφοράς. Γράφοντας αστυνομικά, κάτι που ισχύει και διαβάζοντάς τα, παίζεις με τους φόβους σου και αυτό το παιχνίδι σε ένα ασφαλές περιβάλλον ενδεχομένως σε συμφιλιώνει με ορισμένους από αυτούς. Επιπλέον, θεωρώ ότι η χώρα μας σήμερα και ιδιαίτερα η Αθήνα με το χάος της, την ανομία, τις βεβαιότητες και τις αξίες της να κλονίζονται, μπορεί να αποτελέσει ένα καλό εργαστήρι για έναν παρατηρητικό συγγραφέα χαρίζοντάς του αυτό που αποκαλώ «φτηνά υλικά», μιας και βρίσκονται σε αφθονία γύρω μας, μικρών ή μεγαλύτερων παραβατικών συμπεριφορών και των αποτελεσμάτων τους.
Τι δυσκολίες καλείται να αντιμετωπίσει κάποιος, σήμερα στην Ελλάδα, που αποφασίζει να γράψει μυθιστόρημα τέτοιου είδους;
Υποθέτω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει και οποιοσδήποτε άλλος συγγραφέας, εννοώ που δεν ασχολείται με την αστυνομική αφήγηση. Επιπλέον, υπάρχει η αίσθηση στους Έλληνες αναγνώστες αστυνομικής λογοτεχνίας ότι είναι πιο αληθοφανείς οι ιστορίες από άλλες χώρες, για παράδειγμα τις Σκανδιναβικές, επειδή απλώς αγνοούν τις λεπτομέρειες της πραγματικότητας εκεί. Έτσι, όταν φέρνεις την ιστορία στα ελληνικά μέτρα, απευθυνόμενος σε Έλληνες αναγνώστες, καλείσαι να πείσεις ότι όσα περιγράφεις μπορούν να συμβούν σε περιβάλλον που τους είναι ήδη οικείο. Το πάντρεμα του οικείου με το ανοίκειο, που μπορεί να είναι ένα ακραίο έγκλημα, απαιτεί ιδιαίτερη μαεστρία, κατά την άποψή μου, και έχει πάντοτε μια δυσκολία. Η αμφισβήτηση είναι πάντοτε πιο έντονη, όταν θεωρούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα γνώριμο περιβάλλον.
Στο «πίσω κάθισμα» μας συστήνετε τον αστυνόμο Χάρη Κόκκινο σε μια υπόθεση εξιχνίασης, που εκτυλίσσεται στη σύγχρονη Αθήνα, της δολοφονίας ενός σκηνοθέτη. Θέλετε να μας πείτε κάτι παραπάνω επ’ αυτού;
Στο «Πίσω Κάθισμα» έχουμε βρεθεί όλοι ως παιδιά και κάποιοι από εμάς θα βρεθούμε ως συλληφθέντες. Όσα μεσολαβούν για να μεταβεί κανείς από τη μία κατάσταση στην άλλη, οι βουτιές στο παρελθόν, η βία που φέρνει κύκλους, η εξουσία και η συνενοχή, είναι μερικά από τους κεντρικούς άξονες της αφήγησης. Παράλληλα βεβαίως με την Αθήνα σήμερα και τις αλλαγές που βιώνουμε, δεδομένου ότι ένας από τους κύριους στόχους μου υπήρξε η προσπάθεια της δημιουργίας μιας τοιχογραφίας των κατοίκων της πόλης. Η πόλη στην αφήγησή μου λειτουργεί ως καθρέφτης των ηρώων και οι ήρωες ως καθρέφτης της πόλης.
Το βιβλίο, πέρα από την ίδια τη δολοφονία και την αναζήτηση του δολοφόνου, εστιάζει σε αρκετά θέματα, όπως η βία και η κακοποίηση, αλλά και στο φαινόμενο των «σφραγισμένων στομάτων». Πιστεύετε ότι τα παραπάνω αποτελούν συστατικά στοιχεία της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας και κατά πόσο επηρεάζουν τη ζωή μας;
Αν δεν το πίστευα, θα είχα φτιάξει έναν ψεύτικο μύθο. Στόχος μου ήταν να δώσω την αλήθεια, εννοώ την προσωπική μου αλήθεια ή ματιά, σε σχέση με το περιβάλλον μου και την πόλη την οποία γνωρίζω καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη. Δεν είναι τυχαίο ότι επιλέγω η αφήγησή μου να αφορά το εδώ και το τώρα της πόλης και ότι οι χαρακτήρες μου, τόσο οι κύριοι όσο και οι δευτερεύοντες, δεν είναι υπεράνθρωποι ή καρικατούρες, αλλά καθημερινοί άνθρωποι που μπορεί να συναντάμε στον δρόμο, να είναι φίλοι μας κλπ. Θέλω να πω ότι, αν κανείς διαβάσει το βιβλίο, θα βρει γνώριμες φιγούρες, συμπεριφορές, συνήθειες και καταστάσεις.
Όπως έχει ήδη ειπωθεί, το παρόν βιβλίο αποτελεί το πρώτο μέρος της Τριλογίας της Αθήνας με πρωταγωνιστή τον Χάρη Κόκκινο. Να υποθέσω ότι και στα επόμενα δύο βιβλία το κεντρικό πρόσωπο θα είναι ο ίδιος αστυνόμος. Σωστά;
Ναι, ο Χάρης Κόκκινος θα μας συνοδεύσει και στα επόμενα βιβλία. Η πρώτη ιστορία γράφτηκε με τη λογική της σύστασης τόσο του ίδιου του Αστυνόμου, όσο και της ομάδας του. Κι αν τώρα έγιναν οι συστάσεις, στις επόμενες ιστορίες θα ακολουθήσει η βαθύτερη γνωριμία και ενδεχομένως ο δεσμός με τον αναγνώστη.
Στα άμεσα μελλοντικά σας σχέδια περιλαμβάνεται το δεύτερο μέρος;
Το δεύτερο μέρος της τριλογίας έχει ολοκληρωθεί. Θα ακολουθήσει η επιμέλεια και θεωρώ ότι θα ενταχθεί στο εκδοτικό πρόγραμμα του Ίκαρου το επόμενο έτος με τρόπο που δε θα απογοητεύσει ούτε τους πιο ανυπόμονους αναγνώστες.
Η Ευτυχία Γιαννάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε πληροφορική, μουσική, τεχνολογία και επικοινωνία και εργάστηκε για αρκετά χρόνια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στο παρελθόν εκδόθηκε με ψευδώνυμο ένα ακόμη μυθιστόρημά της με τον τίτλο «Χάρντκορ» που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Περισσότερα για την ίδια μπορείτε να δείτε στο www.giannaki.com.